Με τον όρο μυοπεριτονία, αναφερόμαστε σε μία «μεμβράνη» (περιτονία) που περιβάλλει τους μύες του ανθρώπινου σώματος. Η περιτονία αυτή, δεν χαρακτηρίζεται από αυξημένη διατατικότητα, πράγμα που επιτρέπει στον μυ να πραγματοποιεί σωστά και ελεγχόμενα την κίνησή του, καθώς επίσης περιορίζει και την αδικαιολόγητη κίνηση στις αρθρώσεις μας. Αποτελείται κατά κύριο λόγο από νερό και ίνες κολλαγόνου.


Όταν αυτή η περιτονία ερεθιστεί ή τραυματιστεί δημιουργούνται τα «σημεία πυροδότησης μυοπεριτονιακού πόνου» ή αλλιώς τα λεγόμενα “trigger points”. Τα σημεία αυτά συνήθως μπορούν να ψηλαφιστούν ως τεταμένες λωρίδες πάνω στον μυ, ή ως μικρότερα στρογγυλά σημεία (μπαλάκια) που διαφέρουν από τον υπόλοιπο μυ. Τα trigger points μπορούν να οδηγήσουν σε αυξημένη βράχυνση του μυός, σε μείωση του εύρους κίνησης της άρθρωσης, σε τοπική ευαισθησία, αντανακλώμενο πόνο και αυξημένη ευαισθησία στον μυ.

Συνεπώς, είναι σημαντικό για την σωστή λειτουργία του ανθρώπινου σώματος, να απελευθερώνονται τα σημεία του μυός που εμφανίζουν trigger points. Η τεχνική της μυοπεριτοναϊκής απελευθέρωσης ασκείται κανονικά από εξειδικευμένο φυσιοθεραπευτή, χειροπρακτικό ή αθλίατρο/ορθοπαιδικό. Ο ειδικός ασκεί πίεση στους ιστούς χρησιμοποιώντας τα δάχτυλά του, τις γροθιές του, τους αγκώνες του ή άλλα εργαλεία και εκτελεί αργές κινήσεις, καθώς κινείται στην περιτονία και τους μύες, προσπαθώντας να φτάσει σε βαθύτερους ιστούς και να τους απελευθερώσει. Παρόλα αυτά, υπάρχουν εξίσου αποτελεσματικές τεχνικές αυτο-μυοπεριτοναϊκής απελευθέρωσης, με τις οποίες μπορούμε να πετύχουμε το ίδιο αποτέλεσμα. Ένα μέσο που χρησιμοποιείται συχνά για την άσκηση τάσης στους ιστούς είναι το λεγόμενο foam roller (αφρώδης κύλινδρος ή κύλινδρος ισορροπίας).


Το foam roller, παρά το γεγονός ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την χαλάρωση των trigger points, έχει και ένα πλήθος άλλων εφαρμογών. Ενδείκνυται η χρήση του τόσο κατά την έναρξη του προπονητικού προγράμματος (ως προθέρμανση, πριν την πραγματοποίηση στατικών ή δυναμικών διατάσεων), όσο και κατά την λήξη (ως αποθεραπεία, σε συνδυασμό ξανά με στατικές διατάσεις). Εκτός των παραπάνω, είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για την διόρθωση μιας τυχόν παραμορφωμένης στάσης σώματος (λίγο πολύ όλοι έχουμε μυϊκές ανισορροπίες), με την προϋπόθεση ότι έχουμε εντοπίσει ποιες είναι αυτές οι ανισορροπίες (κατά κύριο λόγο μέσω ενός εξειδικευμένου επαγγελματία υγείας ή άσκησης), προκειμένου να γνωρίζουμε τους μύες που εμφανίζουν βράχυνση και επομένως χρειάζονται απαραιτήτως διάταση – χαλάρωση. Συνεπώς, το foam roller μπορεί να μας βοηθήσει και στην δημιουργία μιας σωστής στάσης σώματος και στην αύξηση της ευκαμψίας (ελαστικότητας) των μυών και των αρθρώσεων που το χρειάζονται.


Οι κινήσεις με το foam roller πρέπει να είναι αργές και ελεγχόμενες. Απότομες κινήσεις ενεργοποιούν το μυοτατικό αντανακλαστικό, δρώντας αντίθετα από το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ο κορμός θα πρέπει να είναι σταθερός. Κατά τη διάρκεια του foam rolling αναπνέουμε φυσικά, με βαθιές ανάσες από τη μύτη, προσπαθώντας να χαλαρώσουμε. Χρησιμοποιούμε τον κύλινδρο στην περιοχή που στοχεύουμε για 30-90''. Παράλληλα καθώς μετακινούμαστε ελεγχόμενα, προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε trigger points. Όταν τα βρούμε, μένουμε σε αυτά μερικά δευτερόλεπτα. Στη θέση που βρισκόμαστε (αυτό αφορά κυρίως trigger points των ώμων και του ισχίου) μπορούμε να φέρουμε τις αρθρώσεις σε διάφορες θέσεις, ώστε να στοχεύσουμε τα trigger points από άλλη γωνία. Ένας ιδανικός χρόνος που θα μπορούσε να αφιερωθεί στις διατάσεις με foam roller, είναι γύρω στα 5-10 λεπτά, σε συνδυασμό με στατικές ή δυναμικές διατάσεις, τόσο κατά τη φάση της προθέρμανσης, όσο και κατά τη φάση της αποθεραπείας.


Συμπερασματικά, εάν προσθέσουμε στην προπόνησή μας διατάσεις με αυτό το εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο, θα πετύχουμε ένα πλήθος από οφέλη όπως: βελτιωμένο εύρος κίνησης στις αρθρώσεις (αυξημένη ευκαμψία), χαλάρωση και κατ’ επέκταση βελτιωμένη δύναμη και παραγωγή κίνησης σε μύες που μέχρι πρότινος παρουσίαζαν υπερβολική βράχυνση. Επιπροσθέτως, μπορούμε να διορθώσουμε μία τυχόν «κακή» στάση σώματος, που έχει προκληθεί είτε από κάποιον τραυματισμό – χρόνιο πόνο, είτε από παρατεταμένη παραμονή σε συγκεκριμένη και λάθος θέση σώματος (πχ καθιστική ζωή – εργασία). Τέλος, διορθώνοντας όλα τα παραπάνω μπορούμε να πετύχουμε επίσης σωστή λειτουργικότητα στις καθημερινές μας ασχολίες, καθώς και μέγιστα αποτελέσματα μέσω των προπονητικών μας προγραμμάτων.